Το "ΚΑΚΌ" μέσα στη φύση και το "τα πάντα εν σοφίᾳ εποίησας"
Τι είναι το "ΚΑΚΌ" μέσα στη φύση. Νομίζω ότι είναι προφανές. Η αγριότητα, η σκληρότητα, ο νόμος τής ζούγκλας όπως χαραχτηριστικά ονομάζεται. Το ένα ζώο να τρώει το άλλο, τα ισχυρά τα αδύναμα, τα σαρκοφάγα τα φυτοφάγα. Φταίνε τα ζώα; Προφανώς όχι. Είναι νόμος τής φύσης. Επομένως το "ΚΑΚΌ" ενυπάρχει στη φύση. Ποιος δημιούργησε τη φύση; Οι θεϊστές έχουν στο στόμα τους την απάντηση. Δεν έχουν δεύτερη σκέψη. Μα ο θεός. Συμπέρασμα: Κάτι από "ηθικής" απόψεως δεν πήγε καλά στη δημιουργία. Ο θεός είναι λοιπόν ο υπεύθυνος για το "ΚΑΚΌ". Και εκείνο «τα πάντα εν σοφίᾳ εποίησας»; Πήγε περίπατο..
Απλώνοντας το "ΚΑΚΌ" πέρα από τη άγρια φύση σε όλη τη δημιουργία, μια από τα ίδια: Θάνατος, φθορά, συμφορές, φονικοί σεισμοί, το αγριότερο και εξυπνότερο ζώο ο άνθρωπος, να σκοτώνει, να κατακρεουργεί τα άλλα έμβια όντα: ζώα, ψάρια. Εδώ βέβαια για το τελευταίο θα μπορούσε κάποιος να απαλλάξει το θεό, και την ευθύνη ολόκληρη για το παγκόσμιο σφαγιασμό των ζώων, να την αποδώσει στον άνθρωπο σαν νοήμον και συνειδητόν όν. Αυτό βέβαια δεν απαλλάσσει τη δημιουργία από τη δυνητικότητα τής σφαγής (γενικά τού θανάτου)
Μένουν όμως και πολλά άλλα: Θάνατος, αρρώστιες, φθορά, το ένα ζώο να τρώει το άλλο, πολύς πόνος και φρίκη μέσα στη φύση.
Αυτός ο παγκόσμιος πόνος είναι που κινεί τούς πρώτους εξεγερμένους στην Ιστορία τής Εξέγερσης, κατά τής δημιουργίας όπως θαυμάσια την περιγράφει ο Καμύ στο εξαιρετικό βιβλίο του "Ο επαναστατημένος άνθρωπος"
Γράφει ο Καμύ «Αν στον ιερό κόσμο δεν υπάρχει το πρόβλημα τής εξέγερσης είναι γιατί ουσιαστικά δεν υπάρχει εκεί κανένας αντικειμενικός προβληματισμός, αφού οι απαντήσεις έχουν δοθεί μια για πάντα. Δεν υπάρχουν πια ερωτήματα αλλά μόνο απαντήσεις κι αιώνια σχόλια μεταφυσικά. "Όμως, μέχρις ότου ο άνθρωπος φτάσει ως το ιερό και απαραβίαστο, […]χρειάζονται τα ερωτηματικά και η εξέγερση. Επαναστατημένος άνθρωπος είναι ο άνθρωπος όταν αγωνίζεται για την επιβολή μιας ανθρώπινης τάξης, όπου όλες οι απαντήσεις να είναι ανθρώπινες, δηλαδή λογικά διατυπωμένες. Από εκείνη τη στιγμή κάθε ερώτημα, κάθε λόγος είναι εξέγερση, ενώ μέσα στον κόσμο τού ιερού κάθε λόγος είναι πράξη θείας χάρης. Θα μπορούσαμε ν᾿ αποδείξουμε επίσης ότι δεν υπάρχουν παρά μόνο δυο δυνατοί κόσμοι για το ανθρώπινο πνεύμα, ο ιερός (η για να μιλήσουμε με χριστιανικό λεξιλόγιο ο κόσμος τής θείας χάρης) κι ο κόσμος τής εξέγερσης».
Και παρακάτω από την κριτική του για το βιβλίο "Αδελφοί Καραμαζώφ" τού Ντοστογιέφσκι. Βάζει στα χείλη τού Ιβάν τού εξεγερμένου από τούς αδελφούς, τα λόγια: «Με τον Ιβάν, ο θεός κρίνεται με τη σειρά του. Αφού το κακό είναι αναγκαίο στη δημιουργία, τότε αυτή η δημιουργία είναι απαράδεχτη. Ο Ιβάν δεν θα αφοσιωθεί πια στο μυστήριο θεό, αλλά σε μια πολύ ανώτερη αρχή, τη δικαιοσύνη. Εγκαινιάζει την ουσιαστική επιχείρηση τής εξέγερσης, που είναι η αντικατάσταση τού βασιλείου τής θείας χάρης, με το βασίλειο τής δικαιοσύνης. Αν ο πόνος των παιδιών, λέει ο Ιβάν χρησιμεύει για τη συμπλήρωση τού συνολικού πόνου που χρειάζεται για την απόχτηση τής αλήθειας, πιστεύω πως η αλήθεια αυτή δεν αξίζει το τίμημα. Ο Ιβάν αρνιέται τη βαθιά εξάρτηση που έθεσε ο Χριστιανισμός ανάμεσα στον πόνο και την αλήθεια». Άσχετα αν την γνήσια εξέγερση τού Ιβάν, αυτού τού ανθρώπου που υπερασπιζόταν τόσο άγρια την αθωότητα, που έτρεμε μπροστά στη δυστυχία ενός παιδιού, που ήθελε με τα μάτια του να δει την ελαφίνα να κοιμάται δίπλα στο λιοντάρι, ο Ντοστογιέφσκι, την οδηγεί από σκοπιμότητα ανέντιμα (σαν Χριστιανός ή συμπαθών), στο "όλα επιτρέπονται" χωρίς θεό, ακόμα και το έγκλημα.
Οι πρώτοι εξεγερμένοι, εξεγείρονται σε πρώτο στάδιο ενάντιο στο Κακό, ενάντια στη δημιουργία. Σε δεύτερο στάση θα ζητήσουν το λόγο από τον ίδιο το δημιουργό, και μπροστά στη σιωπή των ουρανών, θα περάσουν στην Αθεΐα.
Ο Νίτσε ζήλευε τη φράση τού Σταντάλ: "Η μόνη δικαιολογία τού θεού είναι ότι δεν υπάρχει".
Η φύση λοιπόν είναι ο "Θεός¨, αυτή η μεγάλη φόνισσα, (αφού ό,τι γεννάει το πεθαίνει). "Προσωποποιώντας" την, θα έλεγα ότι εκείνο για το οποίο μόνο "νοιάζεται", είναι η αναπαραγωγή τής ζωής. Αναπαραγωγή χωρίς όρια για όλα τα όντα, ετοιμάζοντας μαζί τη μεγάλη αλυσίδα τού θανάτου. Η Φύση είναι "πέραν από Καλό και Κακό", είναι "α-ήθης" και στατιστικά το Κακό κυριαρχεί μέσα της. (Το ένα ζώο να τρώει το άλλο, και όλα το μεγάλο ζώο, ο άνθρωπος). Με σκοπό την αέναη αναπαραγωγή, έστησε σε όλα τα όντα μια "παγίδα", αυτήν τής ηδονής. Σαν εγωιστικό όν ο άνθρωπος θεωρεί ότι η συνουσιακή και κατ᾿ επέκταση η ερωτική ανάταση, τού χαρίστηκε σαν ένα τεράστιο, το πολυτιμότερο μετά την ίδια τη ζωή, δώρο. Δεν σκέφτεται ότι η σαρκική ηδονή εξυπηρετεί ένα θεμελιακό νόμο της φύσης, την αναπαραγωγή, είναι δηλαδή η παγίδα, το δόλωμα. Αυτό μπορεί πιο εύκολα κανείς να το δει στα άλλα ζώα, πλην τού ανθρώπου, τα οποία είναι πολύ πλησιέστερα προς την φύση, από τον άνθρωπο, λόγω τής κυριαρχίας τού ενστίκτου στη ζωή τους, σε σχέση με το μυαλό. Γι αυτό το θηλυκό ζώο, χαίρεται την ηδονή, αποκλειστικά και μόνο με την αναπαραγωγή. Ο άνθρωπος σαν νοήμον ζώο, απλώνει αυτή τη σεξουαλική ηδονή, μέσα στην οποία πεθαίνει κάποιος και ξαναγεννιέται, και κατ᾿ επέκταση και το ερωτικό αίσθημα σε όλη του τη ζωή. Το ίδιο που συμβαίνει με τα ζώα γίνεται και στα φυτά. Σαν εγωκεντρικό όν, που είναι ο άνθρωπος, νομίζει ότι η ομορφιά, τα απίθανα χρώματα των λουλουδιών και τής ανθοφορίας των δέντρων, πλάστηκαν για χατήρι του, ενώ υπάρχουν για να παγιδεύουν τα έντομα και να επιτελείται το μέγα γεγονός της επικονίασης.
Θα κάνω δύο λογοτεχνικές αναφορές: Η μία είναι από το βιβλίο τού Κούντερα "Αθανασία" σελ. 269. Ένα πρόσωπο τού μυθιστορήματος ο Πωλ λέει στη γυναίκα του την Ανιές: «Ένα λιβάδι δεν είναι τίποτ᾿ άλλο από ένα πεδίο οδύνης. Μέσα σ᾿ αυτή την ωραία πρασινάδα, ένα πλάσμα πεθαίνει κάθε δευτερόλεπτο, τα μυρμήγκια καταβροχθίζουν ζωντανά τα σκουλήκια, τα πουλιά καραδοκούν μεσούρανα, παραμονεύοντας μια νυφίτσα ή ένα ποντίκι.. Βρίσκω απωθητικό τον αφελή σεβασμό πού έχουμε για τη φύση. Πιστεύεις ότι ανάμεσα στις μασέλες μιας τίγρης, μια ελαφίνα θα είναι λιγότερο τρομαγμένη από ό,τι θα ήσουν εσύ ή ίδια; Αν ο κόσμος υποστηρίζει ότι ένα ζώο δεν μπορεί να υποφέρει όσο ένας άνθρωπος, είναι επειδή οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να υποφέρουν την ιδέα να ζουν μέσα σε μια φύση πού, δεν είναι παρά θηριωδία, τίποτ᾿ άλλο από θηριωδία» και συνεχίζει ο Κούντερα. « Ο Πωλ ένιωθε ευτυχία βλέποντας τον άνθρωπο να καλύπτει σιγά σιγά τη γη με μπετόν. Ήταν για εκείνον σαν να είχε κάποιος χτίσει ζωντανή μια άγρια φόνισσα».
Η άλλη αναφορά είναι από το αριστούργημα τού Σελίν, "Ταξίδι στην άκρη τής νύχτας" Μια φράση μόνο η οποία με έχει στοιχειώσει « Δέντρα ολόκληρα φίσκα από ζωντανά τσιμπούσια, από ακρωτηριασμένες στύσεις, από φρίκη».
Μήπως το ίδιο δεν κάνει ο Ελύτης στο "Άξιον Εστί" ευαγγελιζόμενος ένα κόσμο Αθωότητας, και αναδημιουργεί εξ αρχής τον κόσμο για να σβύσει το κακό:
«Κι επειδή συλλογίστηκεν ωραία που είναι στην αγκαλιά ο ένας του άλλου γέμισαν έρωτα οι μεγάλες γούρνες. Αγαθά σκύψανε τα ζώα μοσκάρια και αγελάδες σαν να μην ήτανε στον κόσμο πειρασμός κανένας και να μην είχαν γίνει ακόμα τα μαχαίρια.»
«Στα μάτια ένα δελφίνι σύρετέ μου. Να ᾿ναι ταχύ, κι ελληνικό, και να ᾿ναι η ώρα έντεκα! Να περνά και να σβύνει την πλάκα τού βωμού. Και ν᾿ αλλάζει το νόημα τού μαρτυρίου. Οι αφροί του λευκοί ν᾿ αναπηδούν επάνω τον Ιέρακα και τον Ιερέα να πνίξουν! Να περνά και να λύνει το σχήμα τοὐ Σταυρού Και στα δένδρα το ξύλο να επιστρέφει.»
Απλώνοντας το "ΚΑΚΌ" πέρα από τη άγρια φύση σε όλη τη δημιουργία, μια από τα ίδια: Θάνατος, φθορά, συμφορές, φονικοί σεισμοί, το αγριότερο και εξυπνότερο ζώο ο άνθρωπος, να σκοτώνει, να κατακρεουργεί τα άλλα έμβια όντα: ζώα, ψάρια. Εδώ βέβαια για το τελευταίο θα μπορούσε κάποιος να απαλλάξει το θεό, και την ευθύνη ολόκληρη για το παγκόσμιο σφαγιασμό των ζώων, να την αποδώσει στον άνθρωπο σαν νοήμον και συνειδητόν όν. Αυτό βέβαια δεν απαλλάσσει τη δημιουργία από τη δυνητικότητα τής σφαγής (γενικά τού θανάτου)
Μένουν όμως και πολλά άλλα: Θάνατος, αρρώστιες, φθορά, το ένα ζώο να τρώει το άλλο, πολύς πόνος και φρίκη μέσα στη φύση.
Αυτός ο παγκόσμιος πόνος είναι που κινεί τούς πρώτους εξεγερμένους στην Ιστορία τής Εξέγερσης, κατά τής δημιουργίας όπως θαυμάσια την περιγράφει ο Καμύ στο εξαιρετικό βιβλίο του "Ο επαναστατημένος άνθρωπος"
Γράφει ο Καμύ «Αν στον ιερό κόσμο δεν υπάρχει το πρόβλημα τής εξέγερσης είναι γιατί ουσιαστικά δεν υπάρχει εκεί κανένας αντικειμενικός προβληματισμός, αφού οι απαντήσεις έχουν δοθεί μια για πάντα. Δεν υπάρχουν πια ερωτήματα αλλά μόνο απαντήσεις κι αιώνια σχόλια μεταφυσικά. "Όμως, μέχρις ότου ο άνθρωπος φτάσει ως το ιερό και απαραβίαστο, […]χρειάζονται τα ερωτηματικά και η εξέγερση. Επαναστατημένος άνθρωπος είναι ο άνθρωπος όταν αγωνίζεται για την επιβολή μιας ανθρώπινης τάξης, όπου όλες οι απαντήσεις να είναι ανθρώπινες, δηλαδή λογικά διατυπωμένες. Από εκείνη τη στιγμή κάθε ερώτημα, κάθε λόγος είναι εξέγερση, ενώ μέσα στον κόσμο τού ιερού κάθε λόγος είναι πράξη θείας χάρης. Θα μπορούσαμε ν᾿ αποδείξουμε επίσης ότι δεν υπάρχουν παρά μόνο δυο δυνατοί κόσμοι για το ανθρώπινο πνεύμα, ο ιερός (η για να μιλήσουμε με χριστιανικό λεξιλόγιο ο κόσμος τής θείας χάρης) κι ο κόσμος τής εξέγερσης».
Και παρακάτω από την κριτική του για το βιβλίο "Αδελφοί Καραμαζώφ" τού Ντοστογιέφσκι. Βάζει στα χείλη τού Ιβάν τού εξεγερμένου από τούς αδελφούς, τα λόγια: «Με τον Ιβάν, ο θεός κρίνεται με τη σειρά του. Αφού το κακό είναι αναγκαίο στη δημιουργία, τότε αυτή η δημιουργία είναι απαράδεχτη. Ο Ιβάν δεν θα αφοσιωθεί πια στο μυστήριο θεό, αλλά σε μια πολύ ανώτερη αρχή, τη δικαιοσύνη. Εγκαινιάζει την ουσιαστική επιχείρηση τής εξέγερσης, που είναι η αντικατάσταση τού βασιλείου τής θείας χάρης, με το βασίλειο τής δικαιοσύνης. Αν ο πόνος των παιδιών, λέει ο Ιβάν χρησιμεύει για τη συμπλήρωση τού συνολικού πόνου που χρειάζεται για την απόχτηση τής αλήθειας, πιστεύω πως η αλήθεια αυτή δεν αξίζει το τίμημα. Ο Ιβάν αρνιέται τη βαθιά εξάρτηση που έθεσε ο Χριστιανισμός ανάμεσα στον πόνο και την αλήθεια». Άσχετα αν την γνήσια εξέγερση τού Ιβάν, αυτού τού ανθρώπου που υπερασπιζόταν τόσο άγρια την αθωότητα, που έτρεμε μπροστά στη δυστυχία ενός παιδιού, που ήθελε με τα μάτια του να δει την ελαφίνα να κοιμάται δίπλα στο λιοντάρι, ο Ντοστογιέφσκι, την οδηγεί από σκοπιμότητα ανέντιμα (σαν Χριστιανός ή συμπαθών), στο "όλα επιτρέπονται" χωρίς θεό, ακόμα και το έγκλημα.
Οι πρώτοι εξεγερμένοι, εξεγείρονται σε πρώτο στάδιο ενάντιο στο Κακό, ενάντια στη δημιουργία. Σε δεύτερο στάση θα ζητήσουν το λόγο από τον ίδιο το δημιουργό, και μπροστά στη σιωπή των ουρανών, θα περάσουν στην Αθεΐα.
Ο Νίτσε ζήλευε τη φράση τού Σταντάλ: "Η μόνη δικαιολογία τού θεού είναι ότι δεν υπάρχει".
Η φύση λοιπόν είναι ο "Θεός¨, αυτή η μεγάλη φόνισσα, (αφού ό,τι γεννάει το πεθαίνει). "Προσωποποιώντας" την, θα έλεγα ότι εκείνο για το οποίο μόνο "νοιάζεται", είναι η αναπαραγωγή τής ζωής. Αναπαραγωγή χωρίς όρια για όλα τα όντα, ετοιμάζοντας μαζί τη μεγάλη αλυσίδα τού θανάτου. Η Φύση είναι "πέραν από Καλό και Κακό", είναι "α-ήθης" και στατιστικά το Κακό κυριαρχεί μέσα της. (Το ένα ζώο να τρώει το άλλο, και όλα το μεγάλο ζώο, ο άνθρωπος). Με σκοπό την αέναη αναπαραγωγή, έστησε σε όλα τα όντα μια "παγίδα", αυτήν τής ηδονής. Σαν εγωιστικό όν ο άνθρωπος θεωρεί ότι η συνουσιακή και κατ᾿ επέκταση η ερωτική ανάταση, τού χαρίστηκε σαν ένα τεράστιο, το πολυτιμότερο μετά την ίδια τη ζωή, δώρο. Δεν σκέφτεται ότι η σαρκική ηδονή εξυπηρετεί ένα θεμελιακό νόμο της φύσης, την αναπαραγωγή, είναι δηλαδή η παγίδα, το δόλωμα. Αυτό μπορεί πιο εύκολα κανείς να το δει στα άλλα ζώα, πλην τού ανθρώπου, τα οποία είναι πολύ πλησιέστερα προς την φύση, από τον άνθρωπο, λόγω τής κυριαρχίας τού ενστίκτου στη ζωή τους, σε σχέση με το μυαλό. Γι αυτό το θηλυκό ζώο, χαίρεται την ηδονή, αποκλειστικά και μόνο με την αναπαραγωγή. Ο άνθρωπος σαν νοήμον ζώο, απλώνει αυτή τη σεξουαλική ηδονή, μέσα στην οποία πεθαίνει κάποιος και ξαναγεννιέται, και κατ᾿ επέκταση και το ερωτικό αίσθημα σε όλη του τη ζωή. Το ίδιο που συμβαίνει με τα ζώα γίνεται και στα φυτά. Σαν εγωκεντρικό όν, που είναι ο άνθρωπος, νομίζει ότι η ομορφιά, τα απίθανα χρώματα των λουλουδιών και τής ανθοφορίας των δέντρων, πλάστηκαν για χατήρι του, ενώ υπάρχουν για να παγιδεύουν τα έντομα και να επιτελείται το μέγα γεγονός της επικονίασης.
Θα κάνω δύο λογοτεχνικές αναφορές: Η μία είναι από το βιβλίο τού Κούντερα "Αθανασία" σελ. 269. Ένα πρόσωπο τού μυθιστορήματος ο Πωλ λέει στη γυναίκα του την Ανιές: «Ένα λιβάδι δεν είναι τίποτ᾿ άλλο από ένα πεδίο οδύνης. Μέσα σ᾿ αυτή την ωραία πρασινάδα, ένα πλάσμα πεθαίνει κάθε δευτερόλεπτο, τα μυρμήγκια καταβροχθίζουν ζωντανά τα σκουλήκια, τα πουλιά καραδοκούν μεσούρανα, παραμονεύοντας μια νυφίτσα ή ένα ποντίκι.. Βρίσκω απωθητικό τον αφελή σεβασμό πού έχουμε για τη φύση. Πιστεύεις ότι ανάμεσα στις μασέλες μιας τίγρης, μια ελαφίνα θα είναι λιγότερο τρομαγμένη από ό,τι θα ήσουν εσύ ή ίδια; Αν ο κόσμος υποστηρίζει ότι ένα ζώο δεν μπορεί να υποφέρει όσο ένας άνθρωπος, είναι επειδή οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να υποφέρουν την ιδέα να ζουν μέσα σε μια φύση πού, δεν είναι παρά θηριωδία, τίποτ᾿ άλλο από θηριωδία» και συνεχίζει ο Κούντερα. « Ο Πωλ ένιωθε ευτυχία βλέποντας τον άνθρωπο να καλύπτει σιγά σιγά τη γη με μπετόν. Ήταν για εκείνον σαν να είχε κάποιος χτίσει ζωντανή μια άγρια φόνισσα».
Η άλλη αναφορά είναι από το αριστούργημα τού Σελίν, "Ταξίδι στην άκρη τής νύχτας" Μια φράση μόνο η οποία με έχει στοιχειώσει « Δέντρα ολόκληρα φίσκα από ζωντανά τσιμπούσια, από ακρωτηριασμένες στύσεις, από φρίκη».
Μήπως το ίδιο δεν κάνει ο Ελύτης στο "Άξιον Εστί" ευαγγελιζόμενος ένα κόσμο Αθωότητας, και αναδημιουργεί εξ αρχής τον κόσμο για να σβύσει το κακό:
«Κι επειδή συλλογίστηκεν ωραία που είναι στην αγκαλιά ο ένας του άλλου γέμισαν έρωτα οι μεγάλες γούρνες. Αγαθά σκύψανε τα ζώα μοσκάρια και αγελάδες σαν να μην ήτανε στον κόσμο πειρασμός κανένας και να μην είχαν γίνει ακόμα τα μαχαίρια.»
«Στα μάτια ένα δελφίνι σύρετέ μου. Να ᾿ναι ταχύ, κι ελληνικό, και να ᾿ναι η ώρα έντεκα! Να περνά και να σβύνει την πλάκα τού βωμού. Και ν᾿ αλλάζει το νόημα τού μαρτυρίου. Οι αφροί του λευκοί ν᾿ αναπηδούν επάνω τον Ιέρακα και τον Ιερέα να πνίξουν! Να περνά και να λύνει το σχήμα τοὐ Σταυρού Και στα δένδρα το ξύλο να επιστρέφει.»