Γυμνός Naked τού Μάικ Λι (Mike Light)
Πρωταγωνιστούν:
Ντέιβιντ Θιούλις (David Thewlis)
Κάτριν Κάρτλιτζ (Katrin Cartlidge)
Λέζλι Σαρπ (Lesley Sharp)
Γκρεγκ Κρίτγουελ (Greg Ctuttwel)
Κλερ Σκίνερ (Claire Skinner)
Πίτερ Γουάιτ (Peter Wight),
Τζίνα ΜακΚι (Gina McKee).
Ντέιβιντ Θιούλις (David Thewlis)
Κάτριν Κάρτλιτζ (Katrin Cartlidge)
Λέζλι Σαρπ (Lesley Sharp)
Γκρεγκ Κρίτγουελ (Greg Ctuttwel)
Κλερ Σκίνερ (Claire Skinner)
Πίτερ Γουάιτ (Peter Wight),
Τζίνα ΜακΚι (Gina McKee).
Τρεις κοπέλες, η Σόφι (Κάτριν Κάρτλιτζ), η Λουίζ (Λέζλι Σαρπ), και η Σάντρα (Κλερ Σκίνερ) συγκατοικούν σε ᾿να μίζερο διαμέρισμα του Λονδίνου. Η Σόφι με αδύναμο χαρακτήρα όλη μέρα στο χασίσι, η Λουίζ συγκρατημένη θλιμμένη, έχει εγκαταλείψει το Μάντσεστερ εξ αιτίας του χωρισμού της με τον Τζόννυ του οποίου την "πολύπλευρη" προσωπικότητα θα απολαύσουμε στην συνέχεια, και η Σάντρα μια υστερική με την τάξη και την καθαριότητα νοσοκόμα, η οποία αυτό τον καιρό βρίσκεται διακοπές στην Ζιμπάμπουε.
Στο σπίτι καταφθάνει, διαφεύγοντας από το Μάντσεστερ, ο Τζόννυ (ο πρώην φίλος της Λουίζ) γιατί διέπραξε βιασμό και κλοπή. Τον Τζόννυ, παίζει εκπληκτικά ο Ντέιβιντ Θιούλις, σε μια ερμηνεία που θα μείνει στην ιστορία του κινηματογράφου. Είναι ένας χαρακτήρας που δεν μπαίνει σε περιγράμματα, ξεφεύγει από όποια περιγραφή: Μυστηριώδης, περιθωριακός, αλήτης, αμοραλιστής, κυνικός, με σπάνια ευφυΐα, προκλητικός, μηδενιστής, αλλά και με ροπή προς θεωρίες τής αποκάλυψης, έχει όλα τα κακά αλλά είναι συμπαθής γοητευτικός, το κακό που κουβαλάει είναι εωσφορικό λάμπει τυφλώνει καθηλώνει. |
Διάλογος μεταξύ Τζόννυ και Σόφι
|
Καταφθάνει από τη δουλειά η Λουίζ.
Ο Τζόννυ φιλοσοφεί.
|
Μηδενισμός , αλλά και θεωρίες της Αποκάλυψης
Ο Τζόννυ πιστός στο να προκαλεί τη μοίρα του εγκαταλείπει το σπίτι και περιφέρεται μέσα στο καταχείμωνο στο σκοτεινό Λονδίνο. Ένας φύλακας πολυτελούς συγκροτήματος ο Μπράιαν (Πίτερ Γουάιτ) τον λυπάται και τον βάζει μέσα. Μέσα στη σιωπή των άδειων χώρων, η μοίρα των απόκληρων τούς φέρνει πιο κοντά.
|
Ένα φωτισμένο παράθυρο απέναντι , όπου μια Σαλώμη κινείται ηδονικά, οδηγεί τα βήματα τού Τζόννυ, σαν το άστρο τής Βηθλεέμ κατ᾿ ευθείαν εκεί:
«Τζόννυ: Είπα να έρθω να δω την Ισιδώρα Ντάνκαν. Να σού κάνω παρέα. Το ξέρω ότι είναι λίγο τρελιάρικο, αλλά έτσι είμαι εγώ».
Αλλά μαζί του έχει και το κυνικό εαυτό του: «Τζόννυ: Πόσων χρονών είσαι, αγάπη μου; Το λέω, γιατί από ᾿κει απέναντι φαινόσουν πολύ νεώτερη. Νομίζω ότι ο φίλος μου σε γουστάρει. Κάθε βράδυ την παίζει μαζί σου. Δε μπορώ, αγάπη μου. Μοιάζεις στη μητέρα μου. Νομίζεις ότι θα επανακτήσεις τη νιότη σου με ένα πήδημα»; |
Στο μπαρ περιμένει να τελειώσει τη δουλειά της το κορίτσι τού μπαρ,
ένα πολύ όμορφο θλιμμένο κορίτσι:
Τζόννυ: Συγγνώμη, πού νομίζεις ότι πας;
Κορίτσι: Σπίτι μου. Τζόννυ: Δηλαδή, μ' εγκαταλείπεις; Έκανα τόσο δρόμο να έρθω εδώ να σε δω κι εσύ φεύγεις. Κορίτσι: Να σου φέρω ένα χαρτομάντηλο; Τζόννυ: Καλό ακούγεται. Εδώ κοντά μένεις; Κορίτσι: Μπορεί. Τζόννυ: Εννοώ, πας με τα πόδια; Γιατί, ξέρεις, έχω μια εμμονή με οτιδήποτε έχει σχέση με την περιπατητική. Πολύ τον έξυπνο κάνω, ε;» Μετά κάνει μπάνιο στο σπίτι τού κοριτσιού, όταν εντελώς απρόσμενα το κορίτσι σε μια κρίση θλίψης, πανικού τού ουρλιάζει : «Άντε γαμήσου. Μπορείς να φύγεις, σε παρακαλώ»; και τού πετάει τα πράγματα στη σκάλα ουρλιάζοντας· ο Τζόννυ, σε μια από τις σπάνιες στιγμές τρυφερότητας, (ίσως σε ένα αυτοσχεδιασμό της στιγμής), διασχίζει με το κεφάλι του το κορμί της μέχρι τη γενετήσια περιοχή και το αποχαιρετά με ένα φιλί, για να τη βρίσει στη συνέχεια: «Και άκου, αγάπη μου, εύχομαι, όταν πέσεις για ύπνο απόψε στο ζεστό σου κρεβατάκι και τυλιχτείς με το ωραίο σου σεντονάκι, να σκεφτείς και μένα, που το κεφάλι μου θα κολυμπά στα βρωμόνερα. Και εύχομαι να με ονειρευτείς και να ξυπνήσεις ουρλιάζοντας. Και εύχομαι τα παιδιά σου να γεννηθούν τυφλά, ραχιτικά, στραβοκάνικα και φθισικά». |
Μέσα στη νύχτα περιφερόμενος, κάνει το "κήρυγμα" του, σε κάποιο αφισοκολλητή. Ο άλλος απηυδισμένος τον ξαπλώνει στο δρόμο και μια συμμορία αλητών παιδιών συνεχίζει το έργο αφήνοντάς τον μισοπεθαμένο.
Να το κήρυγμα του Τζόννυ: «Συγγνώμη, ρε φίλε, απλώς δεν τα πάω καλά με τους τοίχους. Ξέρεις τούς έχω μιλήσει, τούς έχω σκαρφαλώσει, ο πατέρας μου τράκαρε σε αρκετούς, κατάλαβες; Μα ξέρω το μυστικό. Το μοναδικό, το υπέρτατο μυστικό είναι ότι πρέπει να κοπανήσεις το κεφάλι σου πάνω τους. Να το σπάσεις το παλιόπραμα. Παρακολουθείς; Κατάλαβες; Αυτό είναι το κλειδί για την επιφοίτηση. Γι' αυτό οι τοίχοι είναι τόσο σύνηθες μοτίβο στον σύγχρονο πολιτισμό. Όπως το Σινικό Τείχος και το τείχος τής Ιεριχούς και το τείχος τού Βερολίνου και το τείχος των Δακρύων. Βλέπεις οι Εβραίοι τα κατάφεραν σχεδόν. Με τον αρχαίο βράχο, έξι ίντσες ακόμα και θα ήταν εκεί, θα είχαν κερδίσει τη μάχη, θα τα είχαν καταφέρει. Τι κάνεις εκεί; Ματαιώνονται όλα; Εν αρχή ην ο λόγος, και ο λόγος ματαιώθηκε. Σε γεμίζει αυτό; Πιστεύεις ότι συνεισφέρεις; Είσαι κάτι σαν δημόσια διακήρυξη κενότητας. Γαμώτο μου! Έτσι, σβήσ᾿ τα όλα, ώσπου να ατροφήσουμε και να πεθάνουμε από αδιαφορία. Να σου πω κάτι, ρε φίλε; Το βλέπεις αυτό πάνω από τα πόδια σου; Είναι ο κώλος σου κι αυτός ο αγκώνας σου. Θες να το γράψεις κάπου να το θυμάσαι»;
|
Η μόνη τρυφερή σκηνή τού Τζόννυ, όταν σακατεμένος από το ξύλο, στο κρεβάτι τραγουδάει μαζί με την Λουΐζ :
"Πάρε με πίσω στο
Μάντσεστερ, στην βροχή. Θέλω να βρέξω τα πόδια μου στο Άλμπερτ Σκουέαρ. Ανυπομονώ να δω την καλή πυκνή ομίχλη. Δε μ' αρέσει ο ήλιος. Θέλω να ρίχνει καρεκλοπόδαρα! Θέλω να μυρίσω τις οσμές του Ίργουελ, να νιώσω την κάπνα στον αέρα. Δε θέλω να τριγυρνώ. Θέλω να γυρίσω σπίτι, στο βροχερό Μάντσεστερ." |
Τίτλοι Τέλους
Λουΐζ: Πάω.
Τζόννυ: Πού; Λουΐζ: Στη δουλειά. Να υποβάλω την παραίτησή μου. Μετά θα έρθω, θα μαζέψω τα πράγματά μου και θα γυρίσω σπίτι. Έρχεσαι μαζί μου; Τζόννυ: Σήμερα; Μιλάς σοβαρά; Πώς; Λουΐζ: Με το λεωφορείο. Τζόννυ: Έχεις λεφτά; Τζόννυ: Γιατί εγώ δεν έχω τίποτα. Λουΐζ: Το ξέρω. Μπορείς; Τζόννυ: Δεν ξέρω. Λουΐζ: Αν δε μπορείς, θα μείνουμε εδώ μέχρι αύριο. Τα λέμε. Όμως δεν θα τα πουν ποτέ: Ο Τζόννυ ακολουθώντας το μοναχικό δρόμο τού πουθενά, τον βλέπουμε να φεύγει στο ένα πόδι σαν πουλί με σπασμένη φτερούγα, σαν τον Μπαρνταμού τον ήρωα του Σελίν, όταν εγκαταλείπει την Αμερική και την αγαπημένη του Μόλλυ με τη σκέψη «Θαρρείς και η ζωή θα ᾿παιρνε μακριά, θα μου ᾿κρυβε όσα ήθελα να μάθω γι᾿ αυτή, για τη ζωή που ᾿ναι στα βάθη του σκότους, η ζωή θα με κορόιδευε όπως όλους τούς άλλους, η ζωή η αληθινή ερωμένη των πραγματικών ανδρών». Ο Τζόννυ είναι ένας τραγικός "αλήτης", τραγικός όχι απόλυτα συνειδητός, μες την παράνοια του, αλλά με την έννοια ότι αναμετριέται κάθε στιγμή με τη μοίρα του, αποφεύγοντας οποιοδήποτε βόλεμα. Τραγικός είναι ό ήρωας που ψάχνει μέχρι τέλους την "Αλήθεια του" κι ας ξέρει πως αυτό μπορεί να τον συντρίψει. Τραγικός είναι ο Οιδίποδας· η αναζήτηση της αλήθειας τον τυφλώνει. Δραματικός είναι ο ήρωας που προσπαθεί να συγκαλύψει τα κακά που τού συμβαίνουν, να μην αναμετρηθεί με την αλήθεια. Περίπτωση Νίξον «Γουότεργκεϊτ» (Watergate). Αυτή τη διάκριση τραγικού-δραματικού, την αφιερώνω στη μνήμη του Πέλλου Κατσέλη τού σπουδαίου θεατράνθρωπου και δασκάλου, στον οποίο την οφείλω. |