Saraband 2003
Τριάντα χρόνια μετά τον χωρισμό τους το ζευγάρι της ταινίας "Σκηνές από ένα γάμο" η Μαριάν (Λιβ Ούλμαν) και ο Γιόχαν (Έρλαντ Γιόζεφσον) συναντιούνται με πρωτοβουλία τής Μαριάν, εκεί στο πουθενά, που ο Γιόχαν έχει αποτραβηχτεί και ζει σαν ερημίτης, με μια γυναίκα από το κοντινό χωριό να έρχεται να καθαρίζει και να φεύγει.
Ο Γιόχαν κοιμάται στην αυλή. Μαριάν: Σε ξύπνησα; Γιόχαν: Εσύ είσαι, Μαριάν; Μαριάν: Όχι, μη σηκώνεσαι! Γιόχαν: Ως συνήθως, ήρθες ξαφνικά! Μαριάν: Δεν ήρθα ξαφνικά! Γιόχαν: Έχουμε να ιδωθούμε τριάντα δύο χρόνια! Μαριάν: Απλώς χαθήκαμε. Γιόχαν: Είναι φυσικό. Στην αρχή οι άνθρωποι είναι μαζί, μετά μιλούν στο τηλέφωνο... Και μετά, σιωπή. Μαριάν: Είναι θλιβερό. Γιόχαν: Παράπονο ήταν αυτό; Μαριάν: Απλώς δεν είχαμε τι να πούμε. Γιόχαν: Και ξαφνικά τηλεφωνείς και λες ότι θέλεις να με δεις! Μαριάν: Δεν ενθουσιάστηκες. Γιόχαν: Να ενθουσιαστώ; Είπα όχι! Ακόμα λέω όχι. Δεν το θέλω αυτό. Αλλά εσένα δε σε νοιάζει. Μαριάν: Έπρεπε να έρθω. Γιόχαν: Γιατί; Μαριάν: Δε θα σου πω. Γιόχαν: Γελάς. Μαριάν: Ταξίδεψα 300 χιλιόμετρα... και βρήκα το λημέρι σου σ'αυτή την ερημιά. Τώρα που σε είδα, σε φίλησα, σου μίλησα, μπορώ να φύγω.Τι συμβαίνει, Γιόχαν; Γιόχαν: Σκοπεύω να σ'αγκαλιάσω. Μαριάν: Θ᾿ αρχίσουμε τις αγκαλιές; Πανάθεμά σε, Γιόχαν! Πανάθεμά σε, παλιόγερε! Γιόχαν: Μπορούμε ν'απολαύσουμε τη θέα. Να κρατηθούμε απ'το χέρι... Σκάλισα το παρελθόν μου, τώρα που έχω τις απαντήσεις. Μαριάν: Δεν είναι διασκεδαστικό αυτό. Γιόχαν: Ακριβώς, Μαριάν. Δεν είναι. Αλλά ποιος είπε ότι η καταδίκη είναι διασκεδαστική; Μαριάν: Τι λένε οι ''απαντήσεις'' σου; Γιόχαν: Θέλεις να μάθεις; Μαριάν: Γι᾿ αυτό σε ρώτησα. Γιόχαν: Λένε ότι η ζωή μου ήταν σκατά. Μια άνευ ουσίας, ηλίθια ζωή. Μαριάν: Είναι κι ο γάμος μας μέρος της κόλασής σου; Γιόχαν: Να πω την αλήθεια, ναι. |
- Αλλά ο Γιόχαν του από "Σκηνές από ένα γάμο" πως είναι; Ο χρόνος αλλάζει τους ανθρώπους όχι μόνο εξωτερικά αλλά συνολικά. Ο καλός Γιόχαν που γνωρίσαμε, μόνο αρκετά άπιστος, έχει πεθάνει και στη θέση του βρίσκουμε ένα γέρο μοναχιασμένο, κακό, δύσκολο, να ζει μέσα στους δικούς του δαίμονες.
- Ο Σελίν στο αριστούργημά του "Ταξίδι στην άκρη της νύχτας γράφει: «Καθώς σ᾿ αυτό το παιγνίδι γινόμαστε γερνώντας ολοένα πιο άσχημοι και σιχαμεροί, δεν μπορούμε καν να κρύψουμε τον καημό μας, τη χρεωκοπία μας και καταλήγουμε μ᾿ αυτή τη βρωμογκριμάτσα φαρδιά πλατιά στη φάτσα, που παίρνει είκοσι, τριάντα χρόνια και βάλε να μας ανέβει εντέλει από την κοιλιά στο πρόσωπο. Γι᾿ αυτό υπάρχει ο άνθρωπος, γι᾿ αυτό και μόνο, για μια γκριμάτσα, που του παίρνει μια ζωή ολόκληρη να τη σχηματίσει, και που δεν καταφέρνει πάντα ούτε να την ολοκληρώσει, τόσο βαριά και περίπλοκη είναι η γκριμάτσα που θα ᾿πρεπε να κάνει, για να εκφράσει όλη την αληθινή ψυχή του, δίχως να πάει τίποτα χαμένο.». Ο Γιόχαν το έχει καταφέρει. Αντίθετα η Μαριάν είναι η καλοσυνάτη Μαριάν που γνωρίσαμε, και ο χρόνος την έχει προικίσει με μια σοφία και γαλήνη.
- Τριάντα δύο χρόνια δεν έχει συναντήσει τη Μαριάν, που υπήρξε πρώτα σύζυγος και μετά ερωμένη, και τις δυο κόρες του που έχουν κάνει μαζί. Εδώ σίγουρα έχομε ένα έντονα βιωματικό στοιχείο για όσα γράφονται για τον Μπέργκμαν με τους πέντε γάμους και τα εννέα παιδιά. Τώρα o Γιόχαν μαθαίνει ότι η μια του κόρη η Σάρα είναι παντρεμένη και ευτυχισμένη στην Αυστραλία, και η άλλη η Μάρτα βουλιάζει κάθε μέρα και πιο πολύ στην αρρώστια τής άνοιας. Το θέμα τής ψυχικής ασθένειας, ή αναπηρίας, της εγκατάλειψης και της ενοχής και των τύψεων εξ αυτής, κυρίως σε γυναικείους χαρακτήρες, το έχουμε συναντήσει σε πολλές ταινίες του Μπέργκμαν: η Καρίν στο "μέσα από το σπασμένο καθρέπτη" , η ανάπηρη Έλενα στη "Φθινοπωρινή Σονάτα" , Η Έστερ στη "Σιωπή", η Άγκνιες στο "Κραυγές και ψίθυροι" , η Ελίζαμπεθ Βόγκλερ στην "Περσόνα" . Από άνδρες ο Γιόχαν στην "Ώρα του λύκου", όσες περιπτώσεις πρόχειρα θυμάμαι.
- Κοντά στον ερημίτη Γιόχαν, σε κάποια απόσταση σε ένα σπιτάκι, μένει ο γιος του από τη δεύτερη γυναίκα του, ο Χένρικ (Borje Ahlstedt) τσελίστας και διευθυντής μιας ορχήστρας, με την 19χρονη κόρη του την Κάριν (Tζούλια Ντουφβένιους), την οποία ο ίδιος διδάσκει τσέλο και προετοιμάζει για τις εξετάσεις του Ωδείου. Η μητέρα τής Κάριν έχει πεθάνει πριν από δυο χρόνια και ο θάνατος της έχει στοιχειώσει και τον Χένρικ και την Κάριν αλλά και τον Γιόχαν.
Ο πατέρας στο γιο: Αν δεν υπήρχε η Κάριν, που ευτυχώς, μοιάζει στη μάνα της... δε θα υπήρχες καθόλου για μένα.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ: Ο Χένρικ επισκέπτεται τον πατέρα του.
Χένρικ: Διακόπτω; Γιόχαν: Εσύ είσαι; Πέρασε καιρός. Τι κάνεις; Χένρικ: Καλά, ευχαριστώ. Εσύ; Γιόχαν: Στα 60 έχεις έξι κουσούρια, στα 7 0, επτά, και λοιπά.... Χένρικ: Δεν ήθελα να σ᾿ ενοχλήσω. Γιόχαν: Ευχαριστώ που το σκέφτηκες. Τι θέλεις; Χένρικ: Θέλω 890.000 κορώνες. Προκαταβολή απ᾿ την κληρονομιά. Γιόχαν: Πάλι λεφτά θες, λοιπόν. Χένρικ: Ξέρω, σου χρωστάω 200.000. Γιόχαν: Που ακόμα δεν ξεχρέωσες. Σίγουρα δε θα τα ξαναδώ. Αστείο που το αποκαλείς ''δάνειο''. Χένρικ: Αν βρίσκεις αστείο να με ταπεινώνεις, μην ξεχνάς... ότι δεν πληρώνω νοίκι για το σπιτάκι της λίμνης. Μένουμε εκεί πέντε μήνες και δεν πήρες φράγκο. Γιόχαν: Πώς πάει το βιβλίο; Χένρικ: Καλά, ευχαριστώ. Γιόχαν: Εξουθενωτική απάντηση! Χένρικ: Εδώ και δέκα λεπτά σ᾿ αφήνω να μ᾿ εξευτελίζεις. Αν δε χρειαζόμουν τα λεφτά, θα ᾿χα φύγει. Γιόχαν: Μπορείς να φύγεις τώρα. Χένρικ: Δεν είναι για μένα. Γιόχαν: Είναι για την Κάριν. Σωστά... Η Μαριάν είπε ότι μαλώσατε. Θες να την κάνεις να μείνει; Θα δεχτεί δωροδοκία; Πώς σ᾿ ανεχόταν η Άννα; Χένρικ: Μην την ανακατεύεις. Μη λες τ᾿ όνομά της με το βρωμόστομά σου! Γιόχαν: Σε συμπαθώ πιο πολύ όταν μιλάς μ᾿ αυτόν τον τόνο. Είναι μια υγιής δόση μίσους στη γενική σου μαλθακότητα. Χένρικ: Μπαμπά, γιατί τόση εχθρότητα; Γιόχαν: Όταν ήσουν 1 8 ή 19, προσπάθησα να σε πλησιάσω. Ήσουν άρρωστος κι η μητέρα σου ήθελε να τα βρούμε. Σου είπα ότι ήμουν κακός πατέρας, μα ήθελα να γίνω καλύτερος. Κι εσύ ούρλιαξες... ''Κακός πατέρας; Ποτέ δεν ήσουν πατέρας! ''Μετά είπες ότι τα κατάφερνες χωρίς εμένα". Το ειλικρινές μίσος είναι σεβαστό. Δε δίνω δεκάρα αν με μισείς. Σχεδόν δεν υπάρχεις. Αν δεν υπήρχε η Κάριν, που ευτυχώς, μοιάζει στη μάνα της... δε θα υπήρχες καθόλου για μένα. Δεν υπάρχει εχθρότητα, πίστεψέ με. Χένρικ: Δεν είναι δικαιολογία αυτή η ιστορία των 50 χρόνων. Γιόχαν: Καημένη Άννα! Θα με χτυπήσεις τώρα; |