Σκηνοθεσία: Danis Tanovic Σενάριο: Krzysztof Kieslowski, Krzysztof Piesiewicz Παίζουν: Carole Bouquet, Emmanuelle Beart, Marie Gillain, Karin Viard, Predrag Manojlovic, Jacques Gamblin Guillaume Canet, Jacques Perrin,
Η πρωτότυπη ερωτική εξομολόγηση του μαθητή μένοντας γυμνός μπροστά στο δάσκαλό του.
Η προσπάθεια να μη δει το μικρό κορίτσι το γυμνό μαθητή μπροστά στον πατέρα του.
Και θύμα και θύτης, όταν δεν υπάρχει και δεύτερη σκέψη.
Το θύμα πρώτα τού μαθητή του Σεμπάστιαν με τη πρωτότυπη του ερωτική εξομολόγηση να γυμνωθεί μπροστά του, (να είναι ο λόγος αυτός για τον οποίο να κατηγορήθηκε για παιδεραστία, και να πήγε φυλακή δεν είναι ξεκάθαρο στην ταινία), και δεύτερο της γυναίκας του.
Κοινότυπη ιστορία η γυναίκα να προσπαθεί να επαναφέρει τον άντρα της, στον οποίο αρέσουν τα ξένα περιβόλια, ακόμα κι αν αυτή στη πραγματική ζωή λέγεται Emmanuelle Beart.
Οι φοιτήτριες ανέκαθεν και προφανέστατα ασκούσαν ερωτική έλξη στους καθηγητές τους.
Η μοναχιασμένη Σελίν στην επίσκεψη τού πρώην μαθητή τού πατέρα της Σεβάστιαν, για να τής ανακοινώσει την αθωότητα τού πατέρα της, στην δική του πρωτότυπη ερωτική εξομολόγηση προς το πατέρα της, μένοντας γυμνός μπροστά του εν ώρα λειτουργίας σχολείου, προβαίνει κι αυτή με τον ίδιο τρόπο μένοντας γυμνή μπροστά στον Σεβάστιαν, στο δικό της ερωτικό αφήγημα, αφήνοντάς τον άναυδο.
Η ιστορία τριών αποξενωμένων μεταξύ τους αδελφών γυναικών και τής μητέρας τους, που θα μπορούσαν να είναι αποξενωμένες μεταξύ τους για πάνω από χίλιους λόγους, αποδίδεται, σε τραύμα της παιδικής ηλικίας των κοριτσιών, χωρίς να προκύπτει από πουθενά τουλάχιστον από την εξέλιξη τής ταινίας, άσχετο αν πιθανόν ήταν στο σενάριο ή στο μυαλό τού σκηνοθέτη και υιοθετείται και από σύσσωμη την κριτική. Γι αυτό το τραύμα γίνεται μια νύξη στην αρχή της ταινίας και φωτίζεται κατά το μισό της διάρκειας της.
Ένας μαθητής ο Σεμπάστιαν (Guillaume Canet) τού πατέρα τους ( Predrag Manojlovic), ερωτευμένος "δήθεν" μαζί του, έχει μείνει γυμνός μπροστά του, για να του εξομολογηθεί το πάθος του. Πολύ πρωτότυπος τρόπος ερωτικής εξομολόγησης, σε δημόσιο χώρο, την ώρα που ακούγεται το κουδούνι συγκέντρωσης των μαθητών. Εκείνη την ώρα το μεγαλύτερο από τα κορίτσια του, μπαίνει τρέχοντας στο γραφείο του πατέρα τους, και γίνεται μάρτυρας τής σκηνής. Η ταινία δεν εξηγεί πως ο πατέρας βρίσκεται μετά στη φυλακή. Στην τελευταία σκηνή φαίνεται από καταγγελία της γυναίκας του.
Μάς τον δείχνει να βγαίνει από τη φυλακή, να πηγαίνει στο σπίτι τους, όπου γίνονται φοβερά επεισόδια με τη γυναίκα του, στην άρνηση της να τον δεχτεί, σαν στιγματισμένο ή για δικούς της λόγους, κατά τα οποία γεγονότα η γυναίκα πέφτοντας μένει παράλυτη και ο πατέρας αυτοκτονεί. Νομίζω τα φοβερά γεγονότα πλησιάζουν τούς ανθρώπους αντί να τους απομακρύνουν. Τέλος πάντων η ψυχολογική ερμηνεία τού σκηνοθέτη είναι διαφορετική σχετικά με την αποξένωση κορών και μητέρας.
Στους χωριστούς δρόμους που ακολουθούν, μόνο η μεγαλύτερη κόρη η Σελίν (Karin Viard), πολύ μοναχική και θλιμμένη, κρατά σχέση με τη μητέρα (Carole Bouquet), και την επισκέπτεται στο γηροκομείο όπου διαμένει ανάπηρη. Σε αυτή την κόρη γίνεται και η αποκάλυψη στον παρόντα χρόνο από τον μαθητή που είχε την ευθύνη για το επεισόδιο σπίλωσης τού πατέρα της, μένοντας γυμνός μπροστά του. Ο Σεμπάστιαν, ίσως από τύψεις, αναζητεί τη Σελίν για να της αποκαλύψει την αλήθεια. Η Σελίν μοναχιασμένο πλάσμα, την αναζήτηση την έχει εκλάβει σαν ερωτική επιθυμία, και όταν την επισκέπτεται στο σπίτι της, χωρίς λόγο πηγαίνει στο δωμάτιο και ξεγυμνώνεται περιμένοντας τον εραστή για να "πέσει στα κρύα του λουτρού". Φαίνεται στα μέρη του σκηνοθέτη το ξεγύμνωμα, πριν από οποιαδήποτε ερωτική νύξη το συνηθίζουν.
Η δεύτερη κόρη η Σόφι (Emmanuelle Beart), σε όλη την ταινία κυνηγά τον άνδρα της (Jacques Gamblin) ένα φωτογράφο που την απατά.
Η μικρότερη κόρη η Ανν (Marie Gillain) είναι ερωτευμένη με τον καθηγητή της στο Πανεπιστήμιο, (Jacques Perrin) και πατέρα φίλης της, ο οποίος τώρα προσπαθεί να την απομακρύνει, και όταν απρόσμενα η Ανν έρχεται στο σπίτι του, λαμβάνει χώρα η πιο ωραία και χιουμοριστική σκηνή του έργου. Όταν, η κόρη του καθηγητή, λέει στον πατέρα της: " Μπαμπά η Ανν είναι ερωτευμένη με ένα παντρεμένο. Τι να κάνει" ;
Στο τέλος μανιασμένες οι τρεις κόρες μετά από τις προσωπικές τους αποτυχίες, επισκέπτονται στο γηροκομείο τη μητέρα τους, η οποία παρά τις αποκαλύψεις λέει: «δεν μετανιώνω για τίποτα».
Στο έργο γίνονται και διάφορες φιλοσοφικές νύξεις για τη μοίρα, το πεπρωμένο, το τυχαίο και τη σύμπτωση από τον καθηγητή, τα οποία σηκώνουν συζήτηση. Κατά πρώτον γίνεται αντιδιαστολή μοίρας πεπρωμένου τα οποία σημασιολογικά είναι ταυτόσημα. Πιθανόν είναι θέμα μετάφρασης στα Ελληνικά.
Καλογυρισμένη ταινία, καλή σκηνοθεσία, με ωραία φωτογραφία αλλά περισσότερο τίποτα.