Καβάφης: Χριστιανοί, Εθνικοί, Ιουλιανός.
Ο Καβάφης στα περισσότερα ποιήματα και τα "θρησκευτικά" στέκεται πίσω από τα περιγραφόμενα και αφήνει τούς άλλους (τούς ήρωες του ή το λαό) να ομιλεί. Χρησιμοποιεί μια περσόνα και δεν είναι προφανής πάντοτε η δική του άποψη. Στον κύκλο των ποιημάτων τού Ιουλιανού, φαίνεται να υιοθετεί την γνώμη των χριστιανών τής εποχής τού Ιουλιανού - όταν πια ο χριστιανισμός έχει εδραιωθεί - και θεωρεί ουτοπία τοὐ Ιουλιανού να επαναφέρει την θρησκεία των Εθνικών, και μάλιστα με πρότυπο την χριστιανική οργάνωση τής εκκλησίας, πράγμα το οποίο ήταν σε αντίθεση με την ελευθεριότητα τής παλαιάς θρησκείας, ή οποία ελευθεριότητα στους τρόπους επιβίωνε ακόμα στην ζωή του λαού παρ᾿ ότι δήλωναν Χριστιανοί. Στο ποίημα "Θέατρον τής Σιδώνος 400 μ.χ» η φωνή τοὐ ποιητή φαίνεται να συμπίπτει με τη σκέψη τού "υιού τού εντίμου πολίτου", επαινεί αυτήν την ελευθεριότητα και καταφέρεται κατά των, «τα φαιά φορούντες, περί ηθικής λαλούντες» δηλαδή κατά των χριστιανών. Στο Ιωνικόν είναι σαφέστατα υπέρ των Εθνικών, όπως επίσης και στο "Είγε ετελεύτα"
Έξω από την ποίηση υπάρχουν κάποιες δηλώσεις του όπως «κλίνω υπέρ της συχνοτέρας παρουσίας ιερέων ανάμεσα μας. Σε πολλά ταραγμένα σπίτια η παρουσία των φέρνει κάτι από την παρηγορητικήν εκκλησία» (Καβάφης περιοδικό "Γράμματα" Δ᾿ 1918). Ο Καβάφης συνήθιζε να λέει για το σπίτι που έμενε: «Πού θα μπορούσα να ζήσω καλύτερα; Κάτω από μένα ο οίκος ανοχής θεραπεύει τις ανάγκες της σάρκας. Κι εκεί είναι η εκκλησία όπου συγχωρούνται οι αμαρτίες. Και παρακάτω το νοσοκομείο, όπου πεθαίνουμε». Ο Καβάφης από όλην του την πολιτεία φαίνεται να ήταν ένας συντηρητικός αστός, και οι ερωτικές του προτιμήσεις δεν πρέπει να μάς κάνουν να τον θεωρήσουμε, ένα από προσωπικότητα ελεύθερο άνθρωπο. (Βέβαια πρέπει να λάβουμε υπ᾿ όψιν και τη χρονική περίοδο και την κοινωνία μέσα στην οποία ζούσε). Επίσης το βάσανο τής ενοχής και οι εκφρασμένες πολλές φορές μεταμέλειες στην προσωπική ερωτική ζωή του, έχουν σχέση μ᾿ αυτό τον συντηρητισμό του και τη σκουριά τού χριστιανισμού που προδιαθέτει τον άνθρωπο να γίνει ενοχικός. Το μεν πνεύμα και το σώμα το στέλνουν έξω από τον κορσέ τής εκκλησίας, αλλά η εν γένει προσωπικότητα δεν τον αφήνει να αρνηθεί τη θρησκεία, με τίμημα την ενοχή. Επίσης στο θάνατό του όπως γράφει ο Γ.Π.Σαββίδης στο εισαγωγικό του σημείωμα στην έκδοση των ποιημάτων τού Καβάφη από τον Ίκαρο, την παραμονή του θανάτου του, "μετάλαβε". Αυτός ο άνθρωπος "των ηδονών" Χριστιανός; |
Τα ποιήματα του ΙουλιανούΣτο ποιητικό έργο του Καβάφη υπάρχουν 7 ποιήματα (εδώ δημοσιεύονται τα 6 που αναφέρονται στο συγκεκριμένο αυτοκράτορα:
Τα υπόλοιπα ποιήματαΜύρης· Αλεξάνδρεια τού 340 μ.χ. (1929)
Μανουήλ Κομνηνός (1915) Στην Εκκλησία (1912) Ιωνικόν (1911) Είγε ετελεύτα (1920) Το θέατρο της Σιδώνος (1923) |
Ποιήματα που σαφέστατα κλίνει υπέρ των Χριστιανών.
Ο Ιουλιανός εν Νικομηδείᾳ (1924) |
Ο Ιουλιανός, ορών ολιγωρίαν (1923) |
Άστοχα πράγματα και κινδυνώδη.
Οι έπαινοι για των Ελλήνων τα ιδεώδη. Η θεουργίες κ᾿ η επισκέψεις στους ναούς των εθνικών. Οι ενθουσιασμοί για τους αρχαίους θεούς. Με τον Χρυσάνθιον η συχνές συνομιλίες. Τού φιλοσόφου - τού άλλωστε δεινού - Μαξίμου η θεωρίες. Και να το αποτέλεσμα. Ο Γάλλος δείχνει ανησυχία μεγάλην. Ο Κωνστάντιος έχει κάποιαν υποψία. Α οι συμβουλεύσαντες δεν ήσαν διόλου συνετοί. Παρέγινε - λέγει ο Μαρδόνιος - η ιστορία αυτή, και πρέπει εξ άπαντος να παύσει ο θόρυβός της. - Ο Ιουλιανός πηγαίνει πάλι αναγνώστης στην εκκλησία τής Νικομηδείας, όπου μεγαλοφώνως και μετ᾿ ευλαβείας πολλής τες ιερές Γραφές διαβάζει, και την χριστιανική του ευσέβεια ο λαός θαυμάζει. Τα Ιστορικά πρόσωπαΙουλιανός ο Παραβάτης: Βυζαντινός αυτοκράτορας (361-363) τής δυναστείας τού Μεγάλου Κωνσταντίνου και συγγραφέας. Ο Ιουλιανός ως αυτοκράτορας προσπάθησε ματαίως, να επαναφέρει τη θρησκεία των Εθνικών στην παλαιότερη δόξα της.
Χρυσάνθιος: νεοπλατωνικός φιλόσοφος. Γάλλος: Ο χριστιανός, ετεροθαλής, πρεσβύτερος αδελφός τού Ιουλιανού. Ονομάστηκε Καίσαρ στα 350 από τον ξάδελφό τους, τον επίσης χριστιανό αυτοκράτορα Κωνστάντιο Β΄, μα εκτελέστηκε από τον ίδιο στα 354. Ο Ιουλιανός, ανέβηκε στον θρόνο το 361. Μαρδόνιος: Ομηρολάτρης, παιδαγωγός πρώτα τής μητέρας τού Ιουλιανού και κατόπι του ίδιου. Κωνστάντιος: Αυτοκράτορας τού Βυζαντίου (337-361), δευτερότοκος γιος τού Μεγάλου Κωνσταντίνου από τη δεύτερη σύζυγό του Φαύστα. Ο Φλάβιος Ιούλιος Κωνστάντιος γεννήθηκε το 317. Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (337), ο Κωνστάντιος οργάνωσε τη θανάτωση όλων των άμεσων απογόνων τού Μεγάλου Κωνσταντίνου, με μόνη εξαίρεση τούς εξαδέλφους του, Γάλλο και Ιουλιανό. Ο Κωνστάντιος, ανέθεσε τη διοίκηση τής Δύσεως στον Ιουλιανό (355), γιατί η επιθετική δραστηριότητα των γερμανικών φύλων απαιτούσε συνεχή επαγρύπνηση. Μετά ανέλαβε πόλεμο εναντίον των Περσών. Ωστόσο, η ανάκληση τμήματος τού στρατού τής Γαλατίας προκάλεσε την εξέγερση και την ανακήρυξη τού Ιουλιανού σε αυτοκράτορα (361). Η πληροφορία του ότι ο Ιουλιανός κατευθυνόταν με τον στρατό του προς την Κωνσταντινούπολη τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τον περσικό πόλεμο για να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Ωστόσο, ασθένησε αιφνιδίως και απέθανε το (361) σε ηλικία 44 ετών. [Γ. Π. Σαββίδης]: Η σκηνή τοποθετείται στη Νικομήδεια στα 351 ή 352 μ.χ. όταν ο Ιουλιανός είναι 20 χρονών και έκανε τα πρώτα του βήματα στον Παγανισμό. Η ανάγνωση των Χριστιανικών κειμένων, θεωρείται υποκριτική, υπό τη πίεση τού εξάδελφου του Κωνστάντιου και τού αδελφού του Γάλλου. |
«Ὁρῶν οὖν πολλήν μέν ὀλιγωρίαν οὖσαν
ἡμῖν πρός τούς θεούς» - λέγει με ύφος σοβαρόν. Ολιγωρίαν. Μα τι περίμενε λοιπόν; Όσο ήθελεν ας έκαμνεν οργάνωσι θρησκευτική, όσο ήθελεν ας έγραφε στον αρχιερέα Γαλατίας, ή εις άλλους τοιούτους, παροτρύνων κι οδηγών. Οι φίλοι του δεν ήσαν Χριστιανοί· αυτό ήταν θετικόν. Μα δεν μπορούσαν κιόλας να παίζουν σαν κι αυτόνα (τον Χριστιανομαθημένο) με σύστημα καινούριας εκκλησίας, αστείον και στην σύλληψι και στην εφαρμογή. Έλληνες ήσαν επί τέλους. Μηδέν άγαν, Αύγουστε. Σχόλια «Ὁρῶν ........ θεούς» «Βλέποντας λοιπόν να ᾿χουμε πολλήν αδιαφορίαν για τους θεούς» - φράση μιας επιστολής τού αυτοκράτορα Ιουλιανού προς τον Θεόδωρο, τον οποίο διορίζει αρχιερέα τής Ασίας. [Γ. Π. Σαββίδης]
Ο Ιουλιανός μόλις ανέλαβε τα ηνία τής αυτοκρατορίας (361) διέταξε να ανοίξουν οι αρχαίοι ναοί και έδωσε το προβάδισμα, στην αναστήλωση των κατεστραμμένων αρχαίων ιερών. Ανέλαβε με τόλμη το ρόλο τού ανακαινιστή τής αρχαίας θρησκείας. Η προσπάθειά του, ωστόσο, να αναδιοργανώσει την αρχαία θρησκεία, προσδίδοντάς της στοιχεία που αντλούσε από τον χριστιανισμό, δεν βρήκε την απήχηση που πιθανώς προσδοκούσε. Ο Ιουλιανός συνειδητοποιεί πως οι εθνικοί - οι ειδωλολάτρες - αδιαφορούν απέναντι στις γεμάτες ζήλο προσπάθειές του, και την αδιαφορία αυτή τη γενικεύει, σχολιάζοντας με πικρία, πως αδιαφορούν ουσιαστικά απέναντι στους αρχαίους θεούς· τους θεούς τής ίδιας τους της θρησκείας. Τον Καβάφη παρά το γεγονός ότι ο θαυμασμός τού Ιουλιανού για την αρχαία θρησκεία φαίνεται να τον βρίσκει σύμφωνο, δεν τον αποτρέπει εντούτοις από το να στηλιτεύσει την υπερβολή που χαρακτήριζε τις επιδιώξεις τού αυτοκράτορα, αλλά και τον ασύμβατο με την αρχαία θρησκεία συντηρητισμό του. Ο Ιουλιανός, συνάμα, αδυνατεί να αντιληφθεί τη βαθιά ελευθερία που χαρακτήριζε την αρχαία θρησκεία, κι αυτό έρχεται να επισημάνει ο Καβάφης. Η σκέψη του Ιουλιανού να επιβάλει τακτές ώρες προσευχής και κηρύγματα στην αρχαία θρησκεία, μόνο σαν αστείο μπορούσε να φανεί στους Έλληνες, εφόσον ένας τέτοιος προγραμματισμός αδικούσε την κατεξοχήν θρησκεία τής ελευθερίας και τής ελευθεριότητας. Οι Έλληνες λάτρευαν τούς θεούς τους με πλήρη ελευθερία και εξέφραζαν την πίστη σε αυτούς με γιορτές και μυστήρια - κάποτε, μάλιστα, και με τελετές αφιερωμένες στην ηδονή κι όχι με προγραμματισμένες προσευχές και κηρύγματα ηθικού περιεχομένου. Μηδέν άγαν: «Τίποτε με υπερβολή». |
Μεγάλη συνοδεία εξ ιερέων και λαϊκών (1926) |
Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας (1933) |
Εξ ιερέων και λαϊκών μια συνοδεία,
αντιπροσωπευμένα πάντα τα επαγγέλματα, διέρχεται οδούς, πλατέες, και πύλες τής περιωνύμου πόλεως Αντιοχείας. Στης επιβλητικής, μεγάλης συνοδείας την αρχή ωραίος, λευκοντυμένος έφηβος βαστά με ανυψωμένα χέρια τον Σταυρόν, την δύναμιν και την ελπίδα μας, τον άγιον Σταυρόν. Οι εθνικοί, οι πριν τοσούτον υπερφίαλοι, συνεσταλμένοι τώρα και δειλοί με βίαν απομακρύνονται από την συνοδείαν. Μακράν ημών, μακράν ημών να μένουν πάντα (όσο την πλάνη τους δεν απαρνούνται). Προχωρεί ο άγιος Σταυρός. Εις κάθε συνοικίαν όπου εν θεοσεβείᾳ ζουν οι Χριστιανοί φέρει παρηγορίαν και χαρά: βγαίνουν, οι ευλαβείς, στες πόρτες των σπιτιών τους και πλήρεις αγαλλιάσεως τον προσκυνούν - την δύναμιν, την σωτηρίαν τής οικουμένης, τον Σταυρόν. - Είναι μια ετήσια εορτή Χριστιανική. Μα σήμερα τελείται, ιδού, πιο επιφανώς. Λυτρώθηκε το κράτος επί τέλους. Ο μιαρότατος, ο αποτρόπαιος Ιουλιανός δεν βασιλεύει πια. Υπέρ του ευσεβεστάτου Ιοβιανού ευχηθώμεν. Σχόλιο.Ο Ιουλιανός σκοτώθηκε το 363 π.χ. πολεμώντας τους Πέρσες, και τον διαδέχθηκε ο Ιωβιανός.
"φέρει παρηγορίαν και χαρά": «κλίνω υπέρ τής συχνοτέρας παρουσίας ιερέων ανάμεσα μας. Σε πολλά ταραγμένα σπίτια η παρουσία των φέρνει κάτι από την παρηγορητικήν εκκλησία» (Καβάφης περ. Γράμματα Δ᾿ 1918) Ουκ έγνως (1928)Για τες θρησκευτικές μας δοξασίες -
ο κούφος Ιουλιανός είπεν «Ανέγνων, έγνων, κατέγνων». Τάχατες μας εκμηδένισε με το «κατέγνων» του, ο γελοιωδέστατος. Τέτοιες ξυπνάδες όμως πέρασι δεν έχουνε σ᾿ εμάς τούς Χριστιανούς. «Ανέγνως, αλλ᾿ ουκ έγνως· ει γαρ έγνως, ουκ αν κατέγνως» απαντήσαμεν αμέσως. Σχόλιο.Ο Ιουλιανός φέρεται να είπε στους επισκόπους «Διάβασα, κατάλαβα, καταδίκασα», μόνο και μόνο για να λάβει την απάντηση των χριστιανών: «Διάβασες, αλλά δεν κατάλαβες, γιατί αν είχες καταλάβει, δε θα μπορούσες να καταδικάσεις». Ποια είναι η στάση του Καβάφη; Μιλούν οι φανατικοί Χριστιανοί. Ο Καβάφης στέκεται πιο πίσω ;
|
Σαστίσαμε στην Αντιόχειαν όταν μάθαμε
τα νέα καμώματα του Ιουλιανού. Ο Απόλλων εξηγήθηκε με λόγου του, στην Δάφνη! Χρησμό δεν ήθελε να δώσει (σκοτισθήκαμε!), σκοπό δεν τόχε να μιλήσει μαντικώς, αν πρώτα δεν καθαρίζονταν το εν Δάφνῃ τέμενός του. Τον ενοχλούσαν, δήλωσεν, οι γειτονεύοντες νεκροί. Στην Δάφνη βρίσκονταν τάφοι πολλοί. - Ένας απ᾿ τοὐς εκεί ενταφιασμένους ήταν ο θαυμαστός, τής εκκλησίας μας δόξα, ο άγιος, ο καλλίνικος μάρτυς Βαβύλας. Αυτόν αινίττονταν, αυτόν φοβούνταν ο ψευτοθεός. Όσο τον ένοιωθε κοντά δεν κόταε να βγάλει τους χρησμούς του· τσιμουδιά. (Τους τρέμουνε τούς μάρτυράς μας οι ψευτοθεοί). Ανασκουμπώθηκεν ο ανόσιος Ιουλιανός, νεύριασε και ξεφώνιζε: «Σηκώστε, μεταφέρτε τον, βγάλτε τον τούτον τον Βαβύλα αμέσως. Ακούς εκεί; Ο Απόλλων ενοχλείται. Σηκώστε τον, αρπάξτε τον ευθύς. Ξεθάψτε τον, πάρτε τον όπου θέτε. Βγάλτε τον, διώξτε τον. Παίζουμε τώρα; Ο Απόλλων είπε να καθαρισθεί το τέμενος.» Το πήραμε, το πήγαμε το άγιο λείψανον αλλού. το πήραμε, το πήγαμε εν αγάπη κ᾿ εν τιμῄ. Κι ωραία τωόντι πρόκοψε το τέμενος. Δεν άργησε καθόλου, και φωτιά μεγάλη κόρωσε: μια φοβερή φωτιά: και κάηκε και το τέμενος κι ο Απόλλων. Στάχτη το είδωλο· για σάρωμα, με τα σκουπίδια. Έσκασε ο Ιουλιανός και διέδοσε - τι άλλο θα έκαμνε - πως η φωτιά ήταν βαλτή από τους Χριστιανούς εμάς. Ας πάει να λέει. Δεν αποδείχθηκε· ας πάει να λέει. Το ουσιώδες είναι που έσκασε. Σχόλιο.Ο επίσκοπος Αντιοχείας και μάρτυς Βαβύλας είχε ταφεί με πρωτοβουλία τού αδελφού τού Ιουλιανού Γάλλου, στον περίβολο τού περίφημου ναού τού Απόλλωνος, στο άλσος τής Δάφνης. Οι ιερείς τού Απόλλωνος εγκατέλειψαν το μιασμένο από την γειτονία των νεκρών τέμενος, και οι χριστιανοί έκτισαν εκκλησία πάνω στον τάφο του Βαβύλα. Όταν ο Ιουλιανός το 362, έφθασε στην Αντιόχεια, διέταξε την κατεδάφιση τής εκκλησίας και την μεταφορά τού λειψάνου. Όμως ο ναός και το είδωλο τού Απόλλωνος καταστράφηκαν τον Οκτώβριο τού 362 από μια πυρκαϊά που αποδόθηκε σε εκδίκηση των χριστιανών. [Γ. Π. Σαββίδης]
|
Ο Ιουλιανός και οι Αντιοχείς (1926) |
Μανουήλ Κομνηνός (1915) |
Τό Χῖ, φασίν, οὐδέν ἠδίκησε την πόλιν
οὐδέ τό Κάππα... Τυχόντες δ᾿ ἠμείς ἐξηγητῶν... έδιδάχθημεν ἀρχάς ὀνομάτων εἶναι τα γράμματα, δηλοῦν δ᾿ ἐθέλειν τὀ μέν Χριστόν, τό δέ Κωνστάντιον. Ἰουλιανοῦ Μισοπώγων Ήτανε δυνατόν ποτέ ν᾿ απαρνηθούν την έμορφή τους διαβίωσι· την ποικιλία των καθημερινών τους διασκεδάσεων· το λαμπρό τους θέατρον όπου μια ένωσις εγένονταν της Τέχνης με τες ερωτικές της σάρκας τάσεις! Ανήθικοι μέχρι τινός - και πιθανόν μέχρι πολλού - ήσαν. Αλλ᾿ είχαν την ικανοποίησι που ο βίος τους ήταν ο περιλάλητος βίος τής Αντιοχείας, ο ενήδονος, ο απόλυτα καλαίσθητος. Να τ᾿ αρνηθούν αυτά, για να προσέξουν κιόλας τι; Τες περί των ψευδών θεών αερολογίες του, τες ανιαρές περιαυτολογίες· την παιδαριώδη του θεατροφοβία· την άχαρι σεμνοτυφία του· τα γελοία του γένεια. Α βέβαια προτιμούσανε το Χι, α βέβαια προτιμούσανε το Κάππα· εκατό φορές. Σχόλιο.«Το Χῖ, φασίν........το δε Κωνστάντιον» Μετάφραση: «Τ Χι , λένε , σε τίποτα δεν έβλαψε την πόλη ούτε το Κάππα. Και όταν βρήκα ερμηνευτές, έμαθα πως τα γράμματα αυτά είναι αρχικά ονομάτων, και ότι το πρώτο σημαίνει Χριστός και το δεύτερο Κωνστάντιος (ο Χριστιανός εξάδελφος τού Ιουλιανού και προκάτοχος τού θρόνου). [Γ. Π. Σαββίδης]
Ο Ιουλιανός προσπάθησε να επαναφέρει την θρησκεία των Εθνικών, αλλά με τρόπο συντηρητικό, παρόμοιο με το τυπικόν τού Χριστιανισμού, για το λόγο αυτό η αντίδραση των Αντιοχέων, οι οποίοι στην παρούσα φάση τυπικά Χριστιανοί παραμένουν λάτρεις της ελευθεριότητας της, στην οποία είχαν εθιστεί. |
Ο βασιλεύς κυρ Μανουήλ ο Κομνηνός
μια μέρα μελαγχολική του Σεπτεμβρίου αισθάνθηκε τον θάνατο κοντά. Οι αστρολόγοι (οι πληρωμένοι) της αυλής εφλυαρούσαν που άλλα πολλά χρόνια θα ζήσει ακόμη. Ενώ όμως έλεγαν αυτοί, εκείνος παληές συνήθειες ευλαβείς θυμάται, κι απ᾿ τα κελλιά των μοναχών προστάζει ενδύματα εκκλησιαστικά να φέρουν, και τα φορεί, κ᾿ ευφραίνεται που δείχνει όψι σεμνήν ιερέως ή καλογήρου. Ευτυχισμένοι όλοι που πιστεύουν, και σαν τον βασιλέα κυρ Μανουήλ τελειώνουν ντυμένοι μες την πίστι των σεμνότατα. Σχόλιο.
Κομνηνός Μανουήλ Βυζαντινός αυτοκράτορας (1143-1180 μ.Χ. Αναδείχθηκε λαμπρός ηγεμόνας, ικανότατος στρατηγός, και πολιτικός με μεγάλα και τολμηρά οράματα. Παρά τις ικανότητές του, το Βυζάντιο στα χρόνια της βασιλείας του, υπέστη μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές στην ιστορία του με τη μάχη του Μυριοκεφάλου, στην οποία οι Βυζαντινοί υπέστησαν συντριβή από το στρατό των Τούρκων που μ᾿ αυτό τον τρόπο εξασφάλισαν τη διαρκή παρουσία τους στη Μικρά Ασία.
Στην εκκλησία (1912)Την εκκλησίαν αγαπώ — τα εξαπτέρυγά της,
τ᾿ ασήμια των σκευών, τα κηροπήγιά της, τα φώτα, τες εικόνες της, τον άμβωνά της. Εκεί σαν μπω, μες σ᾿ εκκλησία των Γραικών· με των θυμιαμάτων της τες ευωδίες, μες τες λειτουργικές φωνές και συμφωνίες, τες μεγαλοπρεπείς των ιερέων παρουσίες και κάθε των κινήσεως τον σοβαρό ρυθμό -- λαμπρότατοι μες στων αμφίων τον στολισμό -- ο νους μου πιαίνει σε τιμές μεγάλες τής φυλής μας, στον ένδοξό μας Βυζαντινισμό. |
Ποιήματα που σαφέστατα κλίνει κατά των Χριστιανών.
Ιωνικόν (1911)Γιατί τα σπάσαμε τ᾿ αγάλματά των,
γιατί τους διώξαμε απ᾿ τους ναούς των, διόλου δεν πέθαναν γι᾿ αυτό οι θεοί. Ω γη τής Ιωνίας, σένα αγαπούν ακόμη, σένα η ψυχές των ενθυμούνται ακόμη. Σαν ξημερώνει επάνω σου πρωί αυγουστιάτικο την ατμοσφαίρα σου περνά σφρίγος απ᾿ την ζωή των· και κάποτ᾿ αιθέρια εφηβική μορφή, αόριστη, με διάβα γρήγορο, επάνω από τούς λόφους σου περνά. |
Θέατρον της Σιδώνος (400 μ.Χ.) (1923)Πολίτου εντίμου υιός - προ πάντων, ευειδής
έφηβος τού θεάτρου, ποικίλως αρεστός, ενίοτε συνθέτω εν γλώσσῃ ελληνικῃ λίαν ευτόλμους στίχους, που τούς κυκλοφορώ πολύ κρυφά, εννοείται - θεοί! να μην τούς δουν οι τα φαιά φορούντες, περί ηθικής λαλούντες - στίχους τἠς ηδονής τής εκλεκτής, που πιαίνει προς άγονην αγάπη κι αποδοκιμασμένη. Οι τα φαιά φορούντες: είναι οι Χριστιανοί. |
Μύρης· Αλεξάνδρεια τού 340 μ.Χ. (1929) |
Είγε Ετελεύτα (1920) |
Την συμφορά όταν έμαθα, που ο Μύρης πέθανε,
πήγα στο σπίτι του, μ᾿ όλο που το αποφεύγω να εισέρχομαι στων Χριστιανών τα σπίτια, προ πάντων όταν έχουν θλίψεις ή γιορτές. Στάθηκα σε διάδρομο. Δεν θέλησα να προχωρήσω πιο εντός, γιατί αντελήφθην που οι συγγενείς τού πεθαμένου μ᾿ έβλεπαν με προφανή απορίαν και με δυσαρέσκεια. Τον είχανε σε μια μεγάλη κάμαρη που από την άκρην όπου στάθηκα είδα κομμάτι· όλο τάπητες πολύτιμοι, και σκεύη εξ αργύρου και χρυσού. Στέκομουν κ᾿ έκλαια σε μια άκρη του διαδρόμου. Και σκέπτομουν που η συγκεντρώσεις μας κ᾿ η εκδρομές χωρίς τον Μύρη δεν θ᾿ αξίζουν πια· και σκέπτομουν που πια δεν θα τον δω στα ωραία κι άσεμνα ξενύχτια μας να χαίρεται, και να γελά, και ν᾿ απαγγέλλει στίχους με την τελεία του αίσθησι τού ελληνικού ρυθμού· και σκέπτομουν που έχασα για πάντα την εμορφιά του, που έχασα για πάντα τον νέον που λάτρευα παράφορα. Κάτι γρηές, κοντά μου, χαμηλά μιλούσαν για την τελευταία μέρα που έζησε - στα χείλη του διαρκώς τ᾿ όνομα τού Χριστού, στα χέρια του βαστούσ᾿ έναν σταυρό. - Μπήκαν κατόπι μες στην κάμαρη τέσσαρες Χριστιανοί ιερείς, κ᾿ έλεγαν προσευχές ενθέρμως και δεήσεις στον Ιησούν, ή στην Μαρίαν (δεν ξέρω την θρησκεία τους καλά). Γνωρίζαμε, βεβαίως, που ο Μύρης ήταν Χριστιανός. Από την πρώτην ώρα το γνωρίζαμε, όταν πρόπερσι στην παρέα μας είχε μπει. Μα ζούσεν απολύτως σαν κ᾿ εμάς. Απ᾿ όλους μας πιο έκδοτος στες ηδονές· σκορπώντας αφειδώς το χρήμα του στες διασκεδάσεις. Για την υπόληψι τού κόσμου ξένοιαστος, ρίχνονταν πρόθυμα σε νύχτιες ρήξεις στες οδούς όταν ετύχαινε η παρέα μας να συναντήσει αντίθετη παρέα. Ποτέ για την θρησκεία του δεν μιλούσε. Μάλιστα μια φορά τον είπαμε πως θα τον πάρουμε μαζύ μας στο Σεράπιον. Όμως σαν να δυσαρεστήθηκε μ᾿ αυτόν μας τον αστεϊσμό: θυμούμαι τώρα. Α κι άλλες δυο φορές τώρα στον νου μου έρχονται. Όταν στον Ποσειδώνα κάμναμε σπονδές, τραβήχτηκε απ᾿ τον κύκλο μας, κ᾿ έστρεψε αλλού το βλέμμα. Όταν ενθουσιασμένος ένας μας είπεν, Η συντροφιά μας νάναι υπό την εύνοιαν και την προστασίαν τού μεγάλου, τού πανωραίου Απόλλωνος - ψιθύρισεν ο Μύρης (οι άλλοι δεν άκουσαν) «τῃ εξαιρέσει εμού». Οι Χριστιανοί ιερείς μεγαλοφώνως για την ψυχή τού νέου δέονταν. - Παρατηρούσα με πόση επιμέλεια, και με τι προσοχήν εντατική στους τύπους τής θρησκείας τους, ετοιμάζονταν όλα για την χριστιανική κηδεία. Κ' εξαίφνης με κυρίευσε μια αλλόκοτη εντύπωσις. Αόριστα, αισθανόμουν σαν νάφευγεν από κοντά μου ο Μύρης· αισθανόμουν που ενώθη, Χριστιανός, με τους δικούς του, και που γένομουν ξένος εγώ, ξένος πολύ· ένοιωθα κιόλα μια αμφιβολία να με σιμώνει: μήπως κ᾿ είχα γελασθεί από το πάθος μου, και πάντα τού ήμουν ξένος. - Πετάχθηκα έξω απ᾿ το φρικτό τους σπίτι, έφυγα γρήγορα πριν αρπαχθεί, πριν αλλοιωθεί απ᾿ την χριστιανοσύνη τους η θύμηση του Μύρη. Σχόλιο.
Σεράπιον: Ο ναός του Σεράπιδος στην Αλεξάνδρεια. Ιδρύθηκε από τον Πτολεμαίο Α´ Σωτήρα γύρω στα 300 π.χ. και καταστράφηκε επί Θεοδοσίου, στα 392 μ.χ.
|
«Πού απεσύρθηκε, πού εχάθηκε ο Σοφός;
Έπειτ᾿ από τα θαύματά του τα πολλά, την φήμη τής διδασκαλίας του που διεδόθηκεν εις τόσα έθνη εκρύφθηκ᾿ αίφνης και δεν έμαθε κανείς με θετικότητα τι έγινε (ουδέ κανείς ποτέ είδεν τάφον του). Έβγαλαν μερικοί πως πέθανε στην Έφεσο. Δεν τόγραψεν ο Δάμις όμως· τίποτε για θάνατο τού Απολλωνίου δεν έγραψεν ο Δάμις. Άλλοι είπανε πως έγινε άφαντος στην Λίνδο. Ή μήπως είν᾿ εκείν᾿ η ιστορία αληθινή, που ανελήφθηκε στην Κρήτη, στο αρχαίο τής Δικτύννης ιερόν. - Αλλ᾿ όμως έχουμε την θαυμασία, την υπερφυσικήν εμφάνισί του εις έναν νέον σπουδαστή στα Τύανα. - Ίσως δεν ήλθεν ο καιρός για να επιστρέψει, για να φανερωθεί στον κόσμο πάλι· ή μεταμορφωμένος, ίσως, μεταξύ μας γυρίζει αγνώριστος. - Μα θα ξαναφανερωθεί ως ήτανε, διδάσκοντας τα ορθά· και τότε βέβαια θα επαναφέρει την λατρεία των θεών μας, και τες καλαίσθητες ελληνικές μας τελετές.» Έτσι ερέμβαζε στην πενιχρή του κατοικία - μετά μια ανάγνωσι τού Φιλοστράτου «Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον» - ένας από τους λίγους εθνικούς, τους πολύ λίγους που είχαν μείνει. Άλλωστε - ασήμαντος άνθρωπος και δειλός - στο φανερόν έκανε τον Χριστιανό κι αυτός κ᾿ εκκλησιάζονταν. Ήταν η εποχή καθ᾿ ήν βασίλευεν, εν άκρα ευλαβείᾳ, ο γέρων Ιουστίνος, κ᾿ η Αλεξάνδρεια, πόλις θεοσεβής, αθλίους ειδωλολάτρας αποστρέφονταν. Σχόλια.[Γ. Π. Σαββίδης]: Από τα σχόλια στην έκδοση των Ποιημάτων τού Καβάφη από τον "Ίκαρο"
Ο τίτλος, από ένα χωρίο τού "Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον", σημαίνει «εάν και εφ᾿ όσον πέθανε». Ο Νεοπυθαγόρειος φιλόσοφος και μάγος Απολλώνιος γεννήθηκε στα Τύανα τής Καππαδοκίας το 4 π.χ. Αφού σπούδασε ελληνική φιλοσοφία ταξίδεψε πολύ στην Ανατολή και έγινε διάσημος για τις θαυματουργές δυνάμεις του. Η βιογραφία του γράφτηκε σχεδόν δύο αιώνες αργότερα, από το σοφιστή Φλάβιο Φιλόστρατο «έργον λίαν αξιοπερίεργον και ανταμείβον τον αναγνώστη του..... Η ανάγνωσις του υπήρξεν δι᾿ εμέ αληθής απόλαυσις....... Τα ποιητικά επεισόδια είναι πολλά, καθιστώντα το βιβλίον αποταμίευμα ποιητικής ύλης» (Καβάφης, εφημ. Τηλέγραφος Νοέμβριος 1892)· βλέπε και "Σοφοί δε προσιόντων" και "Απολλώνιος ο Τυανεύς εν Ρόδῳ". Ο Φιλόστρατος χρησιμοποίησε το συναξάρι που έγραψε ο μαθητής τού Απολλώνιου, Δάμις, και το οποίο σταματούσε πριν από το θάνατο τού Απολλώνιου. Ο προφανώς φανταστικός μονόλογος τού πρώτου μέρους τού ποιήματος, στο δεύτερο μέρος τοποθετείται στα χρόνια της βασιλείας του Ιουστίνου τού Α΄ τού Γέροντος (518- 527 μ. χ.), άξεστου στρατιωτικού, θείου τού Ιουστινιανού. |